Επιστολή προς τον πρόεδρο της Βουλής, Κ. Τασούλα και τον πρόεδρο της επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, Αθ. Μπούρα
Παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα για να απαντηθεί το αγωνιώδες ερώτημα της ελληνικής κοινωνίας αν το δημόσιο χρήμα «πιάνει τόπο» μέσα στην πανδημία. Με επιστολή του προς τον πρόεδρο της Βουλής Κ. Τασούλα και τον πρόεδρο της επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας Αθ. Μπούρα, ζητεί να δοθεί προτεραιότητα στους προγραμματισμένους ελέγχους από το Ελεγκτικό Συνέδριο, στις συμβάσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπως η «λίστα Πέτσα», οι προμήθειες μασκών σε μαθητές και οι απολυμάνσεις στις φυλακές, αλλά και ο έλεγχος επίδοσης για τις ανεπαρκείς ΜΕΘ.
«Μια έκτακτη κατάσταση κρίσης σαν αυτή που ζούμε, δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις αρνητικές πρακτικές και αντιλήψεις που, μαζί με τις θεσμικές ελλείψεις, καθιστούν το σύστημα ευάλωτο σε αιτιάσεις κακοδιαχείρισης, διαφθοράς και διασπάθισης δημοσίου χρήματος» επισημαίνει στην επιστολή του, που έστειλε αργά χθες το βράδυ ενόψει της σημερινής παρουσία στη Βουλή του προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννη Σαρμά. «Δυστυχώς, η επίκληση της έκτακτης και απρόβλεπτης κατάστασης μέσα στην πανδημία χρησιμοποιήθηκε κάποιες φορές καταχρηστικά, χωρίς να συντρέχει στην πραγματικότητα ή έχοντας προκληθεί από υπαιτιότητα όσων αδράνησαν επί μήνες μεταξύ των δυο κυμάτων της πανδημίας. Το δικαστήριο εύλογα επεκτείνει τους ελέγχους του στις επιδόσεις και την αποτελεσματικότητα συγκεκριμένων δημόσιων πολιτικών. Η ανεπάρκεια των δημόσιων πολιτικών δεν οφείλεται μόνο σε φαινόμενα διαφθοράς, αλλά και στην αποτυχία της κυβέρνησης να αξιοποιήσει και διαχειριστεί αποτελεσματικά τους δημόσιους πόρους» αναφέρει.
Ο Αλέξης Τσίπρας ζητεί να εξεταστούν οι κίνδυνοι για τη δημόσια περιουσία που γεννήθηκαν «κατ’ επίκληση της έκτακτης νομοθεσίας της πανδημίας από τις κεντρικές υπηρεσίες των υπουργείων, με πράξεις όπως: α) μη νόμιμες απευθείας αναθέσεις, β) πληρωμές χωρίς υπαρκτή παραλαβή ή για προμήθεια ή έργο που εκτελέστηκε πλημμελώς, γ) σπάταλη διαχείριση ή ανάθεση σε εταιρείες που ιδρύθηκαν λίγο πριν από τη διενέργεια της ανάθεσης ή είναι άσχετες με το αντικείμενο και δεν παρέχουν εγγυήσεις ποιοτικής εκτέλεσης, δ) μη τήρηση των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και του ανταγωνισμού, όπως προβλέπονται στο εθνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο, ιδίως ως προς τις αναθέσεις κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, ε) κατατμήσεις συμβάσεων ή διάσπαρτες αναθέσεις αντί κεντρικοποιημένων προμηθειών ή προμηθειών μέσω συμφωνιών–πλαίσιο για ομοειδή αγαθά, όπως υγειονομικά, ψηφιακά, κοινωνίας της πληροφορίας κλπ., στ) προμήθεια ειδών βάσει μοναδικής τιμής χαμηλότερης προσφοράς, χωρίς έρευνα για συγκριτικά στοιχεία προκειμένου να προκύψει αν είναι πράγματι συμφέρουσα η τιμή, ζ) διαφοροποιήσεις τιμών στις προμήθειες προϊόντων ίδιου είδους που παρατηρούνται μεταξύ αναθετουσών αρχών, η) μη επαρκής αιτιολόγηση δαπανών για υγειονομικό υλικό σε σχέση με το οποίο υφίστανται δωρεές που δεν αξιοποιήθηκαν, θ) μη αποτελεσματική απογραφή, καταγραφή, διαχείριση, αξιοποίηση ή μη αποδοτική αξιοποίηση δημόσιου υλικού, ιδίως προερχόμενου από δωρεές».
Ιδιαίτερα δε για τις ΜΕΘ, υπογραμμίζει ότι ο έλεγχος θα πρέπει να επικεντρωθεί στο αν υφίσταται «οργανωμένο σχέδιο για την έγκαιρη αύξηση των κλινών ΜΕΘ του ΕΣΥ (π.χ. με επίταξη αυτών ιδιωτικών νοσοκομείων) σε περίπτωση ραγδαίας αύξησης των αναγκών”», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στον Ετήσιο Προγραμματισμό, και να συμπεριλάβει και τη στελέχωσή τους, μελετώντας την περίπτωση της τραγικής διαχείρισης του δεύτερου κύματος της πανδημίας.
Ολόκληρη η επιστολή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ.
«Προς: τον Προέδρο της Βουλής των Ελλήνων, κ. Κωνσταντίνο Τασούλα
Κοινοποιούμενη: στον Πρόεδρο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων, κ. Αθανάσιο Μπούρα
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Η παρουσίαση από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη Βουλή του Ετήσιου Προγράμματος Ελέγχων για το 2021 είναι μια ευκαιρία προκειμένου η θεσμική συνεργασία Βουλής και Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου να καταστεί αποδοτική για την προστασία του δημοσίου χρήματος μέσα σε συνθήκες κρίσης.
Η ελληνική κοινωνία ενδιαφέρεται για την ορθή και συνετή διαχείριση του δημοσίου χρήματος, σύμφωνα με τους δημοσιολογιστικούς κανόνες. Ακόμη περισσότερο ανησυχεί για το αν το δημόσιο χρήμα «πιάνει τόπο» μέσα στην πανδημία, δηλαδή αν αξιοποιείται σε πολιτικές που μπορούν πραγματικά να συμβάλουν στην κοινωνική συνοχή και στην προστασία της δημόσιας υγείας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Ως αξιωματική αντιπολίτευση καλέσαμε έγκαιρα σε εγρήγορση, ακούγοντας τα μηνύματα αγωνίας της κοινωνίας. Ανέδειξα μάλιστα προσωπικά την ανάγκη άμεσης παρέμβασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου με ελέγχους στις κρισιμότερες από τις υποθέσεις που αφορούν τη διαχείριση της πανδημίας. Το Ελεγκτικό Συνέδριο με ευαισθησία άκουσε τα ίδια μηνύματα της κοινωνίας και ενέταξε στον ετήσιο προγραμματισμό του τέτοιους ελέγχους.
Η Βουλή επιβάλλεται να αξιοποιήσει αυτή την ευαισθησία και από τους ελέγχους που έχουν ήδη προγραμματιστεί να ζητήσει να προηγηθούν οι πιο σημαντικοί από θεσμική, ηθική και οικονομική άποψη. Επίσης επιβάλλεται να εκφράσει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της για τη διενέργεια από ειδικό κλιμάκιο δικαστικών λειτουργών πρόσθετων ελέγχων πέραν των προγραμματισμένων.
Μια έκτακτη κατάσταση κρίσης σαν αυτή που ζούμε, δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις αρνητικές πρακτικές και αντιλήψεις που, μαζί με τις θεσμικές ελλείψεις, καθιστούν το σύστημα ευάλωτο σε αιτιάσεις κακοδιαχείρισης, διαφθοράς και διασπάθισης δημοσίου χρήματος. Δυστυχώς, η επίκληση της έκτακτης και απρόβλεπτης κατάστασης μέσα στην πανδημία χρησιμοποιήθηκε κάποιες φορές καταχρηστικά, χωρίς να συντρέχει στην πραγματικότητα ή έχοντας προκληθεί από υπαιτιότητα όσων αδράνησαν επί μήνες μεταξύ των δυο κυμάτων της πανδημίας. Το δικαστήριο εύλογα επεκτείνει τους ελέγχους του στις επιδόσεις και την αποτελεσματικότητα συγκεκριμένων δημόσιων πολιτικών. Η ανεπάρκεια των δημόσιων πολιτικών δεν οφείλεται μόνο σε φαινόμενα διαφθοράς, αλλά και στην αποτυχία της κυβέρνησης να αξιοποιήσει και διαχειριστεί αποτελεσματικά τους δημόσιους πόρους.
Στο πλαίσιο των ελέγχων που έχουν ήδη προγραμματιστεί αξίζει λοιπόν να εξεταστούν οι κίνδυνοι για τη δημόσια περιουσία που γεννήθηκαν κατ’ επίκληση της έκτακτης νομοθεσίας της πανδημίας από τις κεντρικές υπηρεσίες των υπουργείων, με πράξεις όπως: α) μη νόμιμες απευθείας αναθέσεις, β) πληρωμές χωρίς υπαρκτή παραλαβή ή για προμήθεια ή έργο που εκτελέστηκε πλημμελώς, γ) σπάταλη διαχείριση ή ανάθεση σε εταιρείες που ιδρύθηκαν λίγο πριν από τη διενέργεια της ανάθεσης ή είναι άσχετες με το αντικείμενο και δεν παρέχουν εγγυήσεις ποιοτικής εκτέλεσης, δ) μη τήρηση των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και του ανταγωνισμού, όπως προβλέπονται στο εθνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο, ιδίως ως προς τις αναθέσεις κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, ε) κατατμήσεις συμβάσεων ή διάσπαρτες αναθέσεις αντί κεντρικοποιημένων προμηθειών ή προμηθειών μέσω συμφωνιών–πλαίσιο για ομοειδή αγαθά, όπως υγειονομικά, ψηφιακά, κοινωνίας της πληροφορίας κλπ., στ) προμήθεια ειδών βάσει μοναδικής τιμής χαμηλότερης προσφοράς, χωρίς έρευνα για συγκριτικά στοιχεία προκειμένου να προκύψει αν είναι πράγματι συμφέρουσα η τιμή, ζ) διαφοροποιήσεις τιμών στις προμήθειες προϊόντων ίδιου είδους που παρατηρούνται μεταξύ αναθετουσών αρχών, η) μη επαρκής αιτιολόγηση δαπανών για υγειονομικό υλικό σε σχέση με το οποίο υφίστανται δωρεές που δεν αξιοποιήθηκαν, θ) μη αποτελεσματική απογραφή, καταγραφή, διαχείριση, αξιοποίηση ή μη αποδοτική αξιοποίηση δημόσιου υλικού, ιδίως προερχόμενου από δωρεές.
Στο πλαίσιο αυτό και υπό τη διάσταση που δόθηκε παραπάνω ζητώ από τους ήδη προγραμματισμένους ελέγχους να προηγηθούν εκείνοι που αφορούν υποθέσεις αντιμετώπισης των συνεπειών του Covid-19 και υποθέσεις λειτουργίας και προμηθειών των δομών δημόσιας υγείας. Ιδίως ο έλεγχος επίδοσης σε σχέση με τις ανεπαρκείς ΜΕΘ θα πρέπει να επικεντρωθεί στο αν υφίσταται «οργανωμένο σχέδιο για την έγκαιρη αύξηση των κλινών ΜΕΘ του ΕΣΥ (π.χ. με επίταξη αυτών ιδιωτικών νοσοκομείων) σε περίπτωση ραγδαίας αύξησης των αναγκών», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στον Ετήσιο Προγραμματισμό, και να συμπεριλάβει και τη στελέχωσή τους, μελετώντας την περίπτωση της τραγικής διαχείρισης του δεύτερου κύματος της πανδημίας.
Επίσης, ζητώ τη διενέργεια ελέγχων αποτελεσματικότητας εσωτερικού ελέγχου και επιδόσεων δημόσιων πολιτικών στις εξής υποθέσεις:
Στην ανάθεση «υπηρεσιών επικοινωνίας και ενημέρωσης των πολιτών που απαιτούνται για την υλοποίηση εκστρατείας στο πλαίσιο της προστασίας της δημόσιας υγείας και των μέτρων για την αποτροπή της διασποράς του κορωνοϊού COVID-19» από τον Υφυπουργό στον Πρωθυπουργό. Ιδίως να διερευνηθεί αν τηρήθηκαν οι αρχές της διαφάνειας, αν υπήρξαν κριτήρια επιλογής του αναδόχου, ποιος ήταν ο βαθμός αξιοποίησης ποιοτικών, ποσοτικών, κοινωνικών ή άλλων κριτηρίων για την κατανομή των ποσών στα ΜΜΕ και τον αποκλεισμό ορισμένων από αυτά, ποιος ο βαθμός αξιοποίησης μέσων δωρεάν μετάδοσης μηνυμάτων και αν ο έλεγχος καλής εκτέλεσης της υπηρεσίας ήταν επαρκής.
Στο σύνολο των αναθέσεων υπηρεσιών απολύμανσης, απεντόμωσης/μυοκτονίας και προμηθειών υγειονομικού υλικού για τα Καταστήματα Κράτησης της χώρας από τη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής.
Στις αναθέσεις προμηθειών υγειονομικού υλικού και μασκών για τους μαθητές και εκπαιδευτικούς της χώρας από όλα τα αρμόδια υπουργεία.
Άλλωστε, είναι ανάγκη οι έλεγχοι αυτοί να επεκταθούν και στο ευαίσθητο ζήτημα της διαχείρισης μέσα στην πανδημία του συνόλου των αναθέσεων προμηθειών, έργων και υπηρεσιών που αφορούσαν τη μεταναστευτική πολιτική, από όποιο υπουργείο και αν πραγματοποιήθηκαν.
Εν κατακλείδι, σας ζητώ να εκφράσετε στον Πρόεδρο του δικαστηρίου την ανάγκη για την ταχύτερη δυνατή δημοσιοποίηση των εκθέσεων του δικαστηρίου με πορίσματα των ελέγχων και συστάσεις που θα μπορούσαν να συμβάλουν ώστε όχι μόνο να αντιμετωπιστούν δημοσιονομικοί κίνδυνοι σχετικά με την τρέχουσα κρίση, αλλά να διαμορφωθεί έγκαιρα ένα μοντέλο ορθής δημοσιονομικής διαχείρισης των καταστάσεων κρίσης εν γένει που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ήδη μέσα στο 2021».